στη Σαμοθράκη

Μια καταιγίδα ήρθε και στάθηκε πάνω απ το βουνό κι εκείνο βούτηξε τις κορυφές του μέσα της
Αναποφάσιστη σιγοκουνιόταν ψάχνοντας τόπο να χυθεί, να λυτρωθεί

Γεννάει ζωή και πάντα παίρνει λίγη μαζί της φεύγοντας
Ν αφήσει χώρο για την καινούρια
Να πεθάνει για να αναστηθεί ξανά και ξανά

Νερό κι αέρας ενώνονται κάθε τόσο σε κείνον τον τόπο και σαν συννενοημένοι από πάντα ξεσηκώνουν ορατά κι αόρατα
Παρασύρουν χώμα, πέτρα, δέντρα, ψυχές και τραγουδώντας αλλάζει όψη το ρέμα, αλλάζει χρώμα, διάθεση

Ιερά δεσμά αιώνια σ έναν τόπο τόσο παράξενο όσο και η ιστορία του
Σε μια γη τόσο όμορφη, περίπλοκη, μυστήρια

Κρυμένοι θησαυροί λαμπυρίζουν χωμένοι στο χώμα
Παιχνίδια παλιών Θεών απ όταν γεννιόταν η Ζωή περιμένουν υπομονετικά το χέρι που θα τρέμει όταν τ αγγίξει, το χάδι του Ήλιου που θα τα κάνει να λάμψουν Φως

Σε κείνο το βουνό που θέλει να το φωνάζουν νησί επειδή η θάλασσα το τύλιξε κάποτε από ζήλια τρελή ερωτιάρικη
Σε αυτό το νησί που κουβαλά ένα βουνό σε ταξίδι στον χρόνο και εμάς μικροσκοπικούς παρατηρητές στο θαύμα

το Ιερό των Μεγάλων θεών

Η ησυχία του τόπου είναι τρομακτική
το μονοπάτι που οδηγεί στο Ιερό είναι τόσο παλιό που μυρίζει χώμα αιώνιο
το Ιερό των Μεγάλων Θεών πνίγεται στα δέντρα που το κάνουν να μοιάζει πραγματικό άσυλο

Οι Κάβειροι λατρεύτηκαν εδώ
Θεότητες, δαίμονες, γιοι του Ήφαιστου και της Καβειρούς

Κάποτε ο Εύξεινος Πόντος ξεχείλισε και από τα νερά που έτρεξαν με μανία κατακλύστηκε η Σαμοθράκη.
Από τον κατακλυσμό σώθηκαν μόνο αυτοί οι Θεοί που κατέφυγαν στη κορυφή του Σάος
Από αυτούς προήλθαν τα Καβείρια Μυστήρια, οι τελετουργίες για τη μύηση στη μυστική θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων

Κανείς δεν είναι σίγουρος ούτε για το πόσοι ούτε για το ποιοι ήταν αφού κανείς δεν τους προσφωνούσε με τα ονόματά τους αλλά σαν Θεούς.. Μέγα Πνεύμα.. μεγάλη Ψυχή του Κόσμου..
Μόνοι όσοι μυήθηκαν γνώριζαν αλλά αυτοί ορκίστηκαν αιώνια Σιωπή

Λατρεύοταν με μυστήρια που γίνοταν νύχτες σε τόπους μυστικούς
μέσα από δραματικές τελετές που ιερείς, ψιθυρίζοντας λέξεις ακατάληπτες, αναλάμβαναν να μυήσουν όποιον ήθελε αφού πρώτα περνούσε από το στάδιο της εξομολόγησης.. της ψυχικής κάθαρσης..

Οι φωτιές έσβηναν σε όλο το νησί πριν την τελετή και έφερναν νέα φλόγα από τη Δήλο
Πάνω σε θρόνο και τους ήδη μυημένους να χορεύουν γύρω του στο φως των δαδιών και των λυχναριών, βήμα βήμα ο πιστός έφτανε στο άβατο του Ιερού.. εκεί που για αιώνες απαγορεύοταν να πλησιάσει αμύητος
εκεί που όποιος είχε δει αυτό το θέαμα γνώριζε το τέλος της ζωής, την θεία Πηγή

Η Αρχή στα μυστήρια των Μεγάλων Θεών ήταν η σκέψη να δοθεί προστασία από τους κινδύνους σε όποιον την χρειάζεται.. άσχετα από φύλο, κοινωνική τάξη ή ηλικία..
ασφάλεια στην άλλη ζωή
προφύλαξη από θύελλες και καταιγίδες της θάλασσας..

Στο Ιερό των Μεγάλων Θεών οι αιώνες περνούν αλλά ο τόπος εξακολουθεί να εμπνέει
μπορεί οι Μεγάλοι θεοί να μην έφυγαν ποτέ από κεί και να κρύβονται κάπου ψηλά στο βουνό τους
μπορεί να παίζουν με τον αέρα και τα σύννεφα και να χαμογελούν με όσους προσπαθούν να ξεπεράσουν τον εαυτό τους

φοβάσαι λίγο?

το σταχτί βουνό έμοιαζε έτοιμο να διαλυθεί
δύσκολα να φανταστεί κανείς από ψηλά ότι υπάρχει τόση ζωή μέσα του
πλησιάζοντας ακουγόταν ο ήχος του νερού και σα να μαλάκωνε η σκληρότητα του τόπου

ένα αυθάδικο, ατρόμητο ποτάμι το έσκιζε στη μέση σχηματίζοντας μικρές λιμνούλες εδώ κι εκεί
Eίχε δέσει ένα λευκό μαντήλι στο κεφάλι του και ένα γκρίζο φτερό ήταν στερεωμένο στο πίσω μέρος
Εδώ δίπλα στο ποτάμι μπορείς να πεις ότι θέλεις.. είπε
το ποτάμι παίρνει τα λόγια σου και τα πάει..
τίποτα δε μένει..

φοβάσαι λίγο? ρώτησε και σηκώνοντας τα χέρια ψηλά ψαχούλεψε στα τυφλά
έβγαλε το γκρίζο φτερό που ήταν χωμένο στο μαντήλι του και μου το έδωσε
Είναι γερακιού, είπε
το βρήκα έξω από τη σπηλιά.. να πάρτο.. είναι σπάνιο..

Το πήρα χωρίς να πω ευχαριστώ.. πνίγηκε σε κείνο τον κόμπο στο λαιμό μου
Έκρυψα το γκρίζο φτερό μαζί με τις διάφανες πέτρες μου και τα κράτησα όλα σαν το πιο πολύτιμο που έχω

χωμένη στο πουθενά του κόσμου
μέσα στο σταχτί βουνό που ήταν έτοιμο να διαλυθεί
δίπλα σε ένα μοναχικό ποτάμι
ο πιο τρομακτικός άνθρωπος που ξέρω μου έκανε δώρο την εμπιστοσύνη
αυτήν ένιωσα και την έβαλα μαζί με το γκρίζο φτερό, παρέα με τις λαμπερές πέτρες μου κρατώντας τα όλα σαν το πιο πολύτιμο που έχω

Σάος

αυτό το βουνό κλέβει το βλέμμα όπου κι αν σταθείς
είναι παντού και είναι αλλιώς όποτε κι αν το κοιτάξεις.. σα να είναι άλλο
στέκεται πάνω σου και λέει.. έλα από δω..

γίγαντας που μοιάζει αγαθός, φιλικός κάπου και άγριος, σκυθρωπός, απλησίαστος κάπου αλλού
νομίζεις αλλάζει διάθεση όταν παίζει ο ήλιος με τα σύννεφα
πράσινος, σκιερός, φιλόξενος
γκρίζος, τραχύς, τρομακτικός ταυτόχρονα

καμιά φορά μοιάζει γέρος.. σαν έτοιμος να σπάσει, να διαλυθεί
είναι όμως παντοδύναμος, γεμάτος ζωή από πλάσματα μοναδικά στο κόσμο

πλημμυρισμένος αρώματα από φυτά σπάνια, πολύτιμα
τα σωθικά του είναι γεμάτα πετράδια διάφανα που λάμπουν στον ήλιο.. μερικά έχουν φαντάσματα μέσα τους που ζωντανεύουν τη νύχτα

νερό πηγάζει από τα σπλάχνα του, το σχίζει, το διαπερνά, το ποτίζει, το θρέφει
σχηματίζει δρόμους υδάτινους, ποτάμια που εξαφανίζονται ή ξεχυλίζουν μανιασμένα

πέφτει από ψηλά με δύναμη και θόρυβο απόκοσμο
γλύφει τα βράχια, τα τρώει λίγο λίγο αχόρταγα

λένε το νησί ήταν άσυλο πραγματικό για όσους ήθελαν να αποφύγουν τους εχθρούς τους..
οι Κάβειροι αναλάβαιναν την κάθαρση.. ό,τι κι αν είχαν κάνει, όποια αμαρτία κι αν κουβαλούσαν..

λένε το βουνό είναι μαγικό και τα μυστικά του είναι κρυμένα βαθιά πίσω από τον αυστηρό νόμο της Σιωπής που επέβαλαν οι Μεγάλοι Θεοί

φύλακες

δέντρα φύλακες κρυμένου ανεκτίμητου θησαυρού

σαλεμένοι, θεόρατοι γίγαντες
γέρικοι, σοφοί, επιβλητικοί άρχοντες

παρακολουθούν κάθε κίνηση σηκώνοντας το φρύδι
μουρμουρίζουν λόγια το να στ άλλο και μετά στο πιο πέρα και το μυστικό κάνει κύκλους γύρω σου..

ουρλιάζουν, τραγουδούν δεήσεις σε άγνωστους θεούς
γίνονται φωλιές, καταφύγια κυνηγημένων μαγισσών

μάχες αόρατων δυνάμεων
μοιάζουν βασανισμένα, πονεμένα, πολύ δυνατά
σα να πάλευαν με το νερό, τον αέρα, τους δαίμονες που κοιμούνται τη μέρα

παράξενα σχήματα, περιέργα σχέδια άγρια καμωμένα
σκαρφαλώνουν, μπλέκονται, ενώνονται αιώνια

πόλεμος ειρήνης στο φονιά