Την έκαιγε ο ήλιος ανελέητα για μέρες
Την ρούφηξε, φωτιά
Και ήρθε το φθινόπωρο να την σώσει
Έφερε την βροχή, τα σύννεφα, να της δώσει υπόσταση
Κατέβηκαν τα σύννεφα, πότιζε η βροχή απαλά σαν ευλογία
Έστεκε το δάσος ακίνητο και σιωπηλό, συγκεντρωμένο
Μια τέτοια σιωπή που και η ομίχλη στεκόταν ακίνητη ν ακούσει
Ήρθε ο μάγος με τα δώρα
Κάποιος να γεννηθεί, κάποιος να πεθάνει