Ο χώρος ήταν αφύλακτος και τα συρματοπλέγματα πατημένα κάτω.
Ανεβήκαμε το λόφο και μέσα απ τα αγριόχορτα φάνηκαν εκείνες οι μαρμάρινες πέτρες που φώναζουν εδώ είμαι.
Η όμορφη Δηιάνειρα αγάπησε τόσο πολύ τον Ηρακλή που στο τέλος τον σκότωσε.
Δεν ήξερε, λέει ο μύθος, δεν το ήθελε και αυτοκτόνησε όταν έμαθε τι έκανε.
Ο κένταυρος Νέσσος την ξεγέλασε παίζοντας με το ζηλιάρικο, παθιασμένο μυαλό της δηλητηρίαζοντας το με το χειρότερο, μια άλλη γυναίκα στο πλευρό του άντρα της.
Και όταν θόλωσε από ζήλια, έστειλε τον ποτισμένο με αίμα και σπέρμα χιτώνα του Νέσσου στον Ηρακλή και εκείνος τον φόρεσε για να κάνει τις λαμπρές θυσίες στον Δία.
Κόλλησε στην σάρκα του ο χιτώνας, φωτιά τον έκαψε από μέσα του, ούρλιαζε τραβώντας να τον βγάλει και έφευγαν οι σάρκες μαζί.
Χτυπιόταν και ξερίζωνε με τα χέρια του αιωνόβια δένδρα και βράχους.
Aρπαξε τον Λίχα με θυμό και τον εκσφενδόνισε στον Eυβοϊκό κόλπο όπου από τα μέλη του φύτρωσαν τα Λιχαδονήσια..
Στο σημείο που ειναι τώρα πεταμένα παντού κομμάτια μάρμαρου, σ αυτό το μικρό λοφάκι άναψε η μεγάλη πυρά που ελευθέρωσε τον Ηρακλή. Ο Δίας τον πήρε στον Όλυμπο λυτρώνοντάς τον.
Κοιτάζουμε τα μάρμαρινα κομμάτια και αφήνουμε την φαντασία μας να πει τι είναι το καθένα αλλά μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε.
Αυτός ο δυνατός άντρας, που οι άνθρωποι έλεγαν θεό και οι θεοί άνθρωπο, λατρεύτηκε με ευλάβεια σε κείνο τον τόπο.
Σύμβολο της δύναμης του ανθρώπου, της επιμονής στις δυσκολίες και την εξιλέωση που έρχεται μέσα απ τον πόνο τις περισσότερες φορές.
Όλα αυτά στην όμορφη Οίτη